Στάση του σώματος και κίνηση

Η απόκτηση από τα παιδιά της ικανότητας να μετακινούνται από μόνα τους αυτόνομα και να χρησιμοποιούν τα χέρια τους με επιδεξιότητα, τους ανοίγει διάπλατα το περιβάλλον για εξερεύνηση, κοινωνική αλληλεπίδραση και μάθηση. Και μοχλός της ανάπτυξης αυτών των δεξιοτήτων  αποτελούν: η  προώθηση του ενδιαφέροντος και των κινήτρων τους και η εξασφάλιση ενός κλίματος στενών και εγκάρδιων σχέσεων με τα άτομα που τα φροντίζουν.

Η ταχύτητα της πορείας της κινητικής ανάπτυξης επηρεάζεται από πολλούς παράγοντες και, παρόλο ότι τα περισσότερα παιδιά ακολουθούν ένα αρκετά παρόμοιο αναπτυξιακό πρότυπο, υπάρχει μια ευρεία μεταβλητότητα  στην ηλικία που αποκτούνται οι διάφορες κινητικές δεξιότητες. Για παράδειγμα, τα βρέφη που γεννιούνται πολύ πρόωρα και φροντίζονται κυρίως σε ύπτια θέση μπορεί να εμφανίσουν νωρίς πρόοδο στην υποβοηθούμενη όρθια στάση, αλλά καθυστερούν να καθίσουν μόνα τους – χωρίς καμία βοήθεια. Η απουσία των κατάλληλων ευκαιριών στα βρέφη, προκειμένου να μπορούν αυτά να κινηθούν ελεύθερα – είτε λόγω της  εγκατάλειψης τους μέσα στο κουνάκι τους και της στέρησης τους από το οποιοδήποτε εξωτερικό ερέθισμα, είτε λόγω της παρατεταμένης χρησιμοποίησης της βρεφικής στράτας – μπορεί να καθυστερήσει τη κινητική τους εξέλιξη. Καθυστέρηση στην απόκτηση των  κινητικών δεξιοτήτων μπορεί να παρουσιάσουν και τα βρέφη με σοβαρή μείωση της όρασης τους. Επίσης, τα παιδιά με υπερβολικά μειωμένο μυϊκό τόνο – χαλαρότητα (υποτονία) – ή αντιθέτως με πολύ αυξημένο μυϊκό τόνο – δυσκαμψία(υπερτονία) – μπορεί να έχουν διαφορές στην ηλικία απόκτησης των κινητικών δεξιοτήτων.


Στάση του Σώματος και Αδρές κινήσεις

Έως και το 90% των βρεφών θα αρχίσουν να κάθονται από μόνα τους κάποιο διάστημα μεταξύ των έξι και των επτά μηνών, να σέρνονται –  “να  μπουσουλάνε” μεταξύ των έξι και δώδεκα μηνών, να βαδίζουν στηριζόμενα στα έπιπλα μεταξύ των οκτώ και δεκατριών μηνών και να αποκτούν το αυτόνομο βάδισμα γύρω στην ηλικία των δεκαοκτώ μηνών. Ένας μικρός αριθμός παιδιών μπορεί να μεταβεί απευθείας από το στάδιο του αυτόνομου καθίσματος στην φάση της όρθιας στάσης και της βάδισης, παραλείποντας το στάδιο του μπουσουλήματος. Το 10% έως το 15% των παιδιών μπορεί να ακολουθήσει ένα  διαφορετικό τύπο απόκτησης αυτών των δεξιοτήτων. Συγκεκριμένα, μπορεί να προτιμούν να μετακινούνται προς τα εμπρός, είτε με περιστροφές του κορμού τους, είτε, καθισμένα επάνω στους γλουτούς τους, να μετατοπίζουν το σώμα τους με τις προωθητικές κινήσεις των χεριών και των ποδιών τους (bottom-shuffling), για να καταλήξουν το αργότερο, μέχρι την ηλικία των 20 έως 28 μηνών στην όρθια στάση και στη κανονική βάδιση. Ένα τέτοιο παιδί έχει συχνά μειωμένο μυϊκό τόνο και μπορεί να υπάρχει ένα παρόμοιο οικογενειακό ιστορικό.


Λειτουργία των χεριών (λεπτές κινήσεις)

Κατά τη διάρκεια του 1ου χρόνου της ζωής τους τα  βρέφη αποκτούν τη δεξιότητα: να πλησιάζουν ένα αντικείμενο, πρώτα με τα δύο χέρια και μετά με το ένα, να πιάνουν τα αντικείμενα με ένα συνεχώς και περισσότερο εκλεπτυσμένο τρόπο σύλληψης και να μεταφέρουν διάφορα αντικείμενα από το ένα χέρι στο άλλο και μετά να τα αφήνουν μέσα σε κουτιά ή δοχεία. Γύρω στην ηλικία των 12 μηνών κατασκευάζουν με διαρκώς αυξημένη ακρίβεια ένα πύργο από 2  παιδικά τουβλάκια, ή κύβους. Από την ηλικία των 3 ετών τα περισσότερα παιδιά μπορούν και πιάνουν το μολύβι με τον αντίχειρα και τα τρία πρώτα δάκτυλα, χρησιμοποιώντας το προτιμώμενο – “το καλό του ” – χέρι. Υπάρχει μεγάλη μεταβλητότητα στην ηλικία της οριστικής καθιέρωσης του προτιμώμενου χεριού, παρόλο ότι τα περισσότερα παιδιά την αποκτούν από την ηλικία των  2 ετών και μετά. Μια ισχυρή προτίμηση της χρησιμοποίησης του ενός μόνο χεριού πριν από την ηλικία των πρώτων γενεθλίων του, μπορεί να υποδηλώνει την ανάγκη της αναζήτησης από τους γονείς  μιας πρόσθετης συμβουλευτικής καθοδήγησης.


Πότε πρέπει να αναζητήσετε συμβουλευτική καθοδήγηση

Θα πρέπει να αναγνωριστεί η ποικιλότητα στο χρόνο και στο τύπο απόκτησης των αναπτυξιακών δεξιοτήτων από τα παιδιά και να ληφθεί υπόψη ότι τα περισσότερα από αυτά ακολουθούν ένα από τα γνωστά αναπτυξιακά πρότυπα. Παρά το γεγονός ότι η πλειονότητα εκείνων των παιδιών που ακολουθούν ένα λιγότερο συχνό τρόπο ανάπτυξης, και δεν κατορθώνουν να περπατήσουν, περί την ηλικία των 18 μηνών, είναι πολύ πιθανό να είναι φυσιολογικά, θα χρειαστεί να υποβληθούν σε λεπτομερέστερη εξέταση, προκειμένου να αποκλειστεί ή ύπαρξη του οποιουδήποτε προβλήματος