Arch Dis Child, December 2015
Η έρευνα δείχνει ότι τα παιδιά από την ηλικία των 2 ετών μόλις μπορούν να σύρουν επάνω στην οθόνη, να ξεκλειδώνουν έξυπνα κινητά τηλέφωνα και tablets και να προβαίνουν, μέσω αυτών, στην αναζήτηση χαρακτηριστικών και παιχνιδιών.
Μια μικρή μελέτη δείχνει ότι η τεχνολογία αφής της οθόνης μπορεί να παίξει ένα ρόλο στις εκτιμήσεις της ανάπτυξης του παιδιού, αφού τα νήπια από την ηλικία των 2 ετών μόλις είναι ικανά να σύρουν την οθόνη και να ξεκλειδώσουν τα έξυπνα τηλέφωνα και τα διάφορα ηλεκτρονικά tablets.
Όπως έγραψε ο Dr Deirdre Murray, από τη μονάδα των κλινικών ερευνών του τμήματος της παιδιατρικής και της υγείας του παιδιού στο Πανεπιστημιακό Νοσοκομείο Cork, στην επαρχία Cork της Ιρλανδίας, “Οι διαδραστικές εφαρμογές, μέσω της αφής της οθόνης, προσφέρουν ένα επίπεδο απασχόλησης για την οποία δεν υπάρχει η προηγούμενη, από τα άλλα μέσα μαζικής επικοινωνίας, εμπειρία και η οποία ομοιάζει περισσότερο με τo παραδοσιακό παιχνίδι. Αυτές οι εφαρμογές ανοίγουν διάπλατα τη δυνατότητα της χρήσης αυτών των συσκευών, για την εκτίμηση της παιδικής ανάπτυξης και της έγκαιρης παρέμβασης στα υψηλού κινδύνου παιδιά’’
Τα ευρήματα αυτής της έρευνας που δημοσιεύτηκαν, μέσω του διαδικτύου, στις 21 Δεκεμβρίου στο ιατρικό περιοδικό Archives of Disease in Childhood, βασίστηκαν σε 82 ερωτηματολόγια που συμπληρώθηκαν από τους γονείς παιδιών ηλικίας μεταξύ των 12 μηνών και των 3 ετών. Το 57% των παιδιών ήταν αγόρια.
Οι γονείς ανέφεραν το πόση ώρα κάθε ημέρα χρησιμοποιούσαν τα παιδιά τις οθόνες αφής, και το κατά πόσο μπορούσαν να ανοίξουν την οθόνη χωρίς καμία βοήθεια. Επίσης οι γονείς ερωτήθηκαν το αν τα παιδιά τους μπορούσαν να “σύρουν” σελίδες, ή εικόνες και να αναγνωρίζουν και να αλληλεπιδρούν με ορισμένες εφαρμογές, ή χαρακτηριστικά του παιχνιδιού.
Οι ερευνητές βρήκαν ότι το 82% των γονέων είχαν στη κατοχή τους μια συσκευή με οθόνη αφής (πχ. ένα έξυπνο κινητό τηλέφωνο ή ένα tablet). Από αυτούς τους γονείς, το 87% επέτρεπαν στο παιδί τους να παίζουν με αυτή επί 15 min, κατά μέσο όρο κάθε ημέρα, και το 62% κατέβαζαν συγκεκριμένες εφαρμογές, κατάλληλες για χρήση από το παιδί τους.
Άλλα ευρήματα της έρευνας: το 91% των γονέων, που κατείχαν μια συσκευή που λειτουργούσε με την αφή της οθόνης, ανέφεραν ότι το παιδί τους γνώριζε πώς να σύρει την οθόνη, το 50% είπε ότι το παιδί τους μπορούσε να ξεκλειδώσει την οθόνη, και το 64% είχαν την αίσθηση ότι το παιδί τους αναζητούσε με την αφή της οθόνης ορισμένα χαρακτηριστικά. Κατά μέσο όρο, τα παιδιά απέκτησαν τη δυνατότητα και των τριών δεξιοτήτων γύρω στην ηλικία των δύο ετών.
Γύρω στην ηλικία των 25 μηνών, κατά μέσο όρο, τα παιδιά μπορούσαν να αναγνωρίζουν και να χρησιμοποιούν ορισμένα ατομικά χαρακτηριστικά επάνω σε μια οθόνη αφής. Κατά προσέγγιση, γύρω στην ηλικία των 29 μηνών, ένα στα τρία νήπια μπορούσε να υλοποιήσει και τις τέσσερις δεξιότητες που μελετήθηκαν .
Σύμφωνα με τους συγγραφής του επιστημονικού άρθρου, τα παιδιά από την ηλικία των 12 μηνών μόλις, χρησιμοποιούν τακτικά τις οθόνες αφής.
Το 1999 η Αμερικανική Ακαδημία Παιδιατρικής συνέστησε την απαγόρευση της παρακολούθησης των συσκευών με οθόνη στα παιδιά ηλικίας κάτω των 2 ετών.
Οι ερευνητές αυτής της μελέτης σημείωσαν ότι αυτή η σύσταση δόθηκε πριν από την ανάπτυξη των οθονών αφής, οι οποίες μπορεί να έχουν μια διαφορετική επίπτωση στην ανάπτυξη των εγκεφάλων των παιδιών.
Οι ίδιοι επισημαίνουν: “Ήδη υπάρχουν πολλές εφαρμογές σχεδιασμένες για τα βρέφη και τα νήπια, χωρίς να υπάρχει καμία ρύθμιση αναφορικά με τη ποιότητά τους, την εκπαιδευτική τους αξία, ή την ασφάλειά τους. Ωστόσο, μερικά από τα ζητήματα, που προκύπτουν από τη παθητική παρακολούθηση της τηλεόρασης ,εξακολουθούν να ισχύουν’’